Το «Βασίλειον» (ανάκτορο) των Αιγών
«θέμις δ’ οὔτ’ ἦν οὔτ’ ἔστιν τῷ ἀρίστῳ δρᾶν ἄλλο πλὴν τὸ κάλλιστον»
Πλάτων, Τίμαιος 30α
«Δεν ήταν και δεν είναι δίκαιο ο άριστος να δημιουργεί ο,τιδήποτε άλλο εκτός από ομορφιά»
Το ανάκτορο, το θέατρο και τα γειτονικά ιερά αποτελούν στοιχεία του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος του Φιλίππου Β΄ (359-336 π.Χ.), που εκσυγχρόνισε και αναβάθμισε τις Αιγές, τη βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων, δίνοντας το ιδεολογικό πρότυπο των πόλεων της Ελληνιστικής Οικουμένης. Το μνημειώδες πρόπυλο που παραπέμπει σε ιερό, οι εντυπωσιακές διώροφες στοές της πρόσοψης που ανοίγονται στην πόλη και προσκαλούν τους πολίτες να κάνουν χρήση του χώρου τους, το μέγα περιστύλιο γύρω από το οποίο οργανώνονται οι χώροι των συμποσίων, η θόλος που σύμφωνα με τις επιγραφές ήταν ιερό του Πατρώου Ηρακλή, η βιβλιοθήκη/αρχείο και το μικρότερο δυτικό περιστύλιο που εξυπηρετούσε βοηθητικές χρήσεις (παλαίστρα κλπ.) φανερώνουν ότι το «βασίλειον» καθίδρυμα των Αιγών δε στέγαζε την οικογένεια και την ιδιωτική ζωή του βασιλιά, αλλά όλες εκείνες τις δομές που ήταν απαραίτητες για την άσκηση της πολυεπίπεδης δημόσιας εξουσίας.
Το ανάκτορο, με την αρχαία ονομασία το «βασίλειον» των Αιγών, που με έκταση περ. 15.000 τμ. είναι το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας, είναι έναν κτήριο λιτό και λειτουργικό και συγχρόνως μνημειακό και επιβλητικό. Το αρχετυπικό οικοδόμημα χαρακτηρίζεται από την πολυτέλεια των υλικών, την εφευρετικότητα και την τελειότητα της εκτέλεσης, τα απροσδόκητα επιτεύγματα της τεχνολογίας που ανιχνεύονται σε όλα τα επίπεδα, και συγχρόνως από τη γεωμετρική καθαρότητα της φόρμας που διαμορφώνει ένα σύνολο απαράμιλλης ηρεμίας, κομψότητας και αρμονίας, όπου όλα υποτάσσονται στη γοητεία του μέτρου και συνδέονται μεταξύ τους με τον πυθαγόρειο λόγο, τον αριθμό φ 1,61 της «χρυσής τομής».
Με 10 κίονες στη νότια και 11 στη βόρεια, οι δύο στοές της πρόσοψης του ανακτόρου των Αιγών ήταν οι πρώτες πλήρως ανεπτυγμένες διώροφες στοές της ελληνικής αρχιτεκτονικής, με δωρικούς κίονες στο ισόγειο και ιωνικούς αμφιπεσσοκίονες στον όροφο. Πίσω από την νότια υπήρχε μια στενόμακρη αίθουσα, στην οποία οδηγούσαν δύο πόρτες. Η βόρεια στοά ήταν διπλή. Την εξωστρέφεια και τον δημόσιο χαρακτήρα των στοών του ανακτόρου υπογραμμίζουν τα θρανία που περιέτρεχαν τους τοίχους τους και εξασφάλιζαν χώρο για 120 τουλάχιστον καθισμένους. Ίχνη από ένα σύστημα προσήλωσης ξύλινων πινάκων στη νότια στοά επιτρέπουν την υπόθεση ότι εδώ ήταν ο τόπος δημοσίευσης των νόμων και των διαταγμάτων, ο τόπος όπου ασκούσε τη δικαστική εξουσία ο βασιλιάς, κάτι σαν τη «βασίλειο στοά» της Αθήνας. Στη βόρεια που ήταν πιο ευρύχωρη ίσως θα πρέπει να φανταστούμε φιλοσοφικές παρουσιάσεις, συζητήσεις και διδαχές.
Το εξαιρετικά μνημειακό πρόπυλο με την αετωματική επίστεψη, ο όγκος του οποίου προεξείχε ελαφρά, διακρινόταν σαφώς από τις στοές με την παρεμβολή των στενών τοίχων. Την αυτονομία του προπύλου υπογράμμιζε η παρουσία των ραδινών ιωνικών αμφιπεσοκιόνων που είναι ψηλότεροι από τους δωρικούς κίονες των στοών και τονίζουν το στοιχείο του ύψους. Από τον εσωτερικό χώρο του προπύλου δύο πλευρικές θύρες οδηγούσαν προς τις στοές. Δύο ζεύγη ιωνικών αμφιπεσσοκιόνων με γωνιακά κιονόκρανα οριοθετούν τη διέλευση προς την είσοδο, υπογραμμίζοντας το στοιχείο του περάσματος. Τα ψευδοπαράθυρα τα οποία αντιστοιχούν ακριβώς στις διαστάσεις των ανακουφιστικών ανοιγμάτων επάνω από τα μετακιόνια του προπύλου βοηθούν να αναπαρασταθεί με ακρίβεια η πρόσοψη του άνω ορόφου του, τον απόηχο της εικόνας του οποίου διατηρεί ο «τάφος της Κρίσεως» στη γειτονική Μίεζα.
Ενσωματωμένη στη συστοιχία των χώρων που περιβάλουν το περιστύλιο, αποτελώντας μια αδιαίρετη ενότητα με αυτό, η μεγάλη τετράγωνη αίθουσα, στην οποία μπαίνει κανείς περνώντας την κεντρική πύλη, είναι ο κατ’ εξοχήν προθάλαμος του κτηρίου, ένας χώρος αναμονής με θρανία κατά μήκος των πλευρικών τοίχων της. Από εδώ περνούσε κανείς στο τεράστιο τετράγωνο περιστύλιο που είναι χωρίς αμφιβολία η «καρδιά του κτηρίου».
Το τετράγωνο αποδεικνύεται στοιχείο κλειδί για τη σχεδίαση του οικοδομήματος που όμως δεν είναι ένα απλοϊκό συνονθύλευμα τετράγωνων χώρων που ανοίγονται στη στοά του περιστυλίου. Βασικό στοιχείο για την οργάνωση των λειτουργιών του κτηρίου αποδεικνύεται η δημιουργία τριμερών συγκροτημάτων δυο τύπων: Α. Μικρότερο, εσωστρεφές διαμέρισμα, εγγεγραμμένο σε τετράγωνο, αποτελείται από έναν ορθογώνιο προθάλαμο και δύο τετράγωνα δωμάτια συμποσίων Β. Μεγάλο, μνημειώδες, εξωστρεφές διαμέρισμα με τρεις μεγάλους, παρατακτικά διαταγμένους, χώρους, ο μεσαίος από τους οποίους είναι ανοιχτός και επικοινωνεί κατευθείαν με το περιστύλιο μέσω πολύστυλου τριών ή πέντε αμφιπεσσοκιόνων, αποτελώντας τον προθάλαμο για τους άλλους δύο που αναγνωρίζονται σαν χώροι συμποσίων.
Στο τεράστιο τριμερές διαμέρισμα της δυτικής πλευράς εντοπίζονται οι μεγαλύτεροι (εμβαδόν αίθουσας περ. 280 τμ.) στεγασμένοι χώροι χωρίς εσωτερικά στηρίγματα της κλασικής αρχιτεκτονικής. Στον πεντάστυλο προθάλαμο (12) χωρούσαν καθισμένα περισσότερα από 500 άτομα. Ο χώρος αυτός που τον καταύγαζε το πρωινό φως που έμπαινε από το πολύστυλο άνοιγμα του στραμμένου προς την ανατολή υπερώου του λειτουργούσε πιθανότατα ως αίθουσα συνεδριάσεων. Στο πολυτελέστατο τριμερές συγκρότημα της νότιας πλευράς (10,10α, 10β) σώθηκε το θαυμάσιο ψηφιδωτό με τα λουλούδια και τις ανθοκόρες και αναγνωρίστηκε πρόσφατα το ψηφιδωτό με την αρπαγή της Ευρώπης, ένα θέμα που μαρτυρεί τις προθέσεις του Φιλίππου, την παραμονή της μεγάλης σύγκρουσης με τον βασιλέα της Ασίας να παρουσιαστεί ως ηγεμόνας της Ευρώπης.
Υπάρχουν ακόμη, τέσσερεις μεγάλοι αυτόνομοι ανδρώνες (9) που επικοινωνούν άμεσα με το περιστύλιο, ένας διάδρομος που οδηγεί στον βόρειο εξώστη από όπου μπορούσε κανείς να δει τα δρώμενα στο θέατρο, αλλά και να αγναντεύσει ολόκληρη την Μακεδονική λεκάνη και ένας μεγάλος διάδρομος που οδηγεί στο δυτικό περιστύλιο. Δύο κλιμακοστάσια (13) οδηγούσαν στον όροφο που υπήρχε μόνον επάνω από τα μικρά τριμερή συγκροτήματα, το πρόπυλο και τις στοές της πρόσοψης
Δίπλα στο πρόπυλο, η ιερή θόλος, το κλειστό συγκρότημα με τους μικρούς ανδρώνες (7) και το αρχείο (8) ανακαλούν την ιδέα του Πρυτανείου, όμως εδώ τη θέση της Μητέρας των Θεών πήρε ο Πατρώος Ηρακλής, ο Πατέρας των βασιλέων, ένας θνητός γιος θεού που νίκησε με την Αρετή του τον θάνατο. Το δυτικό περιστύλιο, που ήταν μονώροφο και χαμηλότερο και ουσιαστικά κρυβόταν πίσω από τον όγκο του ανατολικού, σχεδιάστηκε εξ αρχής προφανώς με σκοπό να στεγάσει βοηθητικές χρήσεις, απαραίτητες για την υποστήριξη της επίσημης-δημόσιας λειτουργίας του κυρίως ανακτόρου.
Με 16 δωρικούς κίονες σε κάθε πλευρά του, το μέγα περιστύλιο των Αιγών που εικονοποιεί την έννοια του τετραγώνου, είναι το πρώτο του είδους του. Έχοντας έκταση 4.000 τ.μ., χωρούσε τουλάχιστον 8.000 άτομα και μπορούσε να λειτουργήσει ως τόπος συνάθροισης των Μακεδόνων. Έτσι η «ιερή-πολιτική αγορά» αποκτά συγκροτημένη αρχιτεκτονική μορφή. Ο τόπος συνάθροισης των πολιτών παίρνει εικόνα αυλής και η λέξη «αυλή» γίνεται συνώνυμη με την έννοια της βασιλείας. Δίπλα στο θέατρο, στον τόπο της πνευματικής κάθαρσης των πολιτών, σημείο αναφοράς του άστεως, τοπόσημο και επίκεντρο του δημόσιου χώρου, το ανάκτορο των Αιγών μας εκπλήσσει με την «δημοκρατικότητα» της δομής του, από την οποία απουσιάζει οποιαδήποτε εξαίρεση και υπερύψωση, στοιχεία που γενικά χαρακτηρίζουν την ανακτορική αρχιτεκτονική εκτός Μακεδονίας. Στους ανδρώνες, στις στοές, στο περιστύλιο, ο Μακεδόνας βασιλιάς βρίσκεται πάντα στο ίδιο επίπεδο με τους εταίρους του, δίπλα και ανάμεσά τους, πρώτος πολίτης, πεφωτισμένος ηγεμόνας και καθόλου τύραννος.
Συγχωνεύοντας με τρόπο εξαιρετικά εφευρετικό παραδοσιακά στοιχεία και ριζοσπαστικές επινοήσεις και αποτυπώνοντας στην πέτρα τις πλατωνικές ιδέες, ο μεγαλοφυής αρχιτέκτονας δημιουργεί ένα πρωτοφανές κτήριο, σχεδιασμένο να γίνει το αρχιτεκτονικό μανιφέστο της ιδανικής πολιτείας, η χειροπιαστή διατύπωση στον χώρο της ιδέας της πεφωτισμένης ηγεμονίας. Έτσι γεννιέται ένα επαναστατικό και πρωτοποριακό για την εποχή του οικοδόμημα που αμέσως θα βρει πολλούς μιμητές και θα σφραγίσει την πορεία της ιερής και της κοσμικής, της δημόσιας και της ιδιωτικής αρχιτεκτονικής για πολλούς αιώνες.
Το κτήριο άρχισε να κατασκευάζεται στα μέσα του 4ου αι. και είχε ολοκληρωθεί το 336 π.Χ., όταν ο Φίλιππος Β΄, στο αποκορύφωμα του εορτασμού της παντοδυναμίας του, δολοφονήθηκε, καθώς έμπαινε στο γειτονικό θέατρο. Εδώ ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Μακεδόνων ο Αλέξανδρος Γ΄ (Αρριανός, Αλ. Α. 1.25.1 – 2 ) και ξεκίνησε την πορεία που θα άλλαζε τον κόσμο.
Στα χρόνια των Αντιγονιδών (3ος αι. π.Χ.) προστίθεται η μεγάλη νότια στοά και αναδιοργανώνεται η παλαίστρα του δυτικού περιστυλίου, όμως γενικά το κτήριο διατηρεί την αρχική μορφή του. Σεβάσμιο και ιερό σύμβολο της «πεφωτισμένης» μακεδονικής βασιλείας, το ανάκτορο θα καταστραφεί οριστικά στα μέσα του 2ου προχριστιανικού αιώνα μετά την οριστική κατάλυση του βασιλείου από τους Ρωμαίους του Quintus Caecilius Metellus Macedonicus το 148 π.Χ. Ωστόσο, οι δυο αιώνες της ύπαρξης του ήταν αρκετοί για να αναδειχθεί σε κτήριο – κανόνα και πρότυπο, ένα μνημειακό αρχέτυπο που θα βρει πολλούς μιμητές και θα σφραγίσει την πορεία της ιερής και της κοσμικής, της δημόσιας και της ιδιωτικής αρχιτεκτονικής για πολλούς, πολλούς αιώνες…
(Κείμενο: Αγγελική Κοτταρίδη)
Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφτείτε το: www.aigai.gr
ή καλέστε στο 23310 92347