Το Αρχοντικό Σαράφογλου, που βρίσκεται στην ελληνική συνοικία της Κυριώτισσας, είναι το σημαν¬τικότερο από τα αρχοντικά που σώθηκαν. Η ιστορία του ήρθε στο φώς χάρη στη διάσωση και τη μελέτη των αρχείων της οικογένειας Σαράφογλου. Σύμφωνα με αυτά τα αρχεία, ο Έλληνας κτηματίας Αντώνιος Καμπουρονίκος αγόρασε το σπίτι το 1766. Την εποχή αυτή, στους κατάλληλα διαμορφωμένους χώρους του ισογείου, παρασκευαζόταν και αποθηκευόταν το κρασί από τα αμπέλια του ιδιοκτήτη. Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Γιώργος Πετράς, ένας πλούσιος και ισχυρός έμπορος, παντρεύτηκε την κόρη του Καμπουρονίκου και εγκαταστάθηκε στο σπίτι. Οι εκτεταμένες αλλαγές και προσθήκες που γίνονται στο κτίριο ανήκουν στην περίοδο αυτή.
Είναι η εποχή που το σπίτι παίρνει τη μορφή του αρχοντικού. Το 1870, ο Κωνσταντίνος Σαράφογλου, έμπορος και βιοτέχνης με δικό του υδρόμυλο, παντρεύτηκε τη μοναχοκόρη του Πετρά και εγκαταστάθηκε στο αρχοντικό.
Το Αρχοντικό Σαράφογλου είναι ένα τυπικό δείγμα των ελληνικών αρχοντικών της Βέροιας. Η εξώθυρα οδηγεί σε μια μεγάλη βοτσαλωτή αυλή, στεγασμένη. Ξύλινα υποστηλώματα, τα “ντιρέκια”, υποβαστάζουν τον πρώτο όροφο. Στην αριστερή πλευρά της σκεπαστής αυλής – που συνεχίζεται πίσω με μια ανοιχτή- ήταν το εργαστήριο οινοποιίας, με το πατητήρι και τα βαρέλια, όπου αποθηκευόταν το κρασί. Μια ξύλινη σκάλα, που ξεκινάει από τη σκεπαστή αυλή, περνάει μέσα από το μεγάλο “μετζοπάτωμα” του αρχοντικού και οδηγεί στη σάλα του πρώτου ορόφου. Εδώ, γύρω από τη μεγάλη σάλα, με τις υπερυψωμένες στις δυο πλευρές της στοές, διατάσσονται οι τρεις χειμερινοί και οι δύο θερινοί οντάδες του πρώτου ορόφου. Ο ένας θερινός και ο ένας χειμερινός οντάς βρίσκονται σε ψηλότερο επίπεδο από τη σάλα και τους άλλους οντάδες.
Η σάλα επικοινωνεί και με το μαγειρείο του σπιτιού. Ο “καλός οντάς” του Αρχοντικού Σαράφογλου ήταν πλούσια διακοσμημένος. Δυστυχώς όμως, η αρχιτεκτονική του διακόσμηση, η οροφή, οι τοιχογραφίες που στόλιζαν τη ζωφόρο των τοίχων του, οι φεγγίτες, το ξύλινο δάπεδο, απομακρύνθηκαν από Γάλλους στρατιωτικούς της Αντάντ, στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουν χαθεί τα ίχνη τους.